Δευτέρα, 08 Ιανουαρίου 2018 20:07

Ο λαϊκισμός έχει πολλά ποδάρια

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(3 ψήφοι)

Απαραίτητη χαρακτήρισε την αύξηση του κατώτατου μισθού και την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Αλέξης Χαρίτσης, σε συνέντευξή που παραχώρησε στην εφημερίδα «Νέα Σελίδα».

«Πέρα από το ουσιαστικό περιεχόμενό τους, τέτοιες παρεμβάσεις εμπεριέχουν και πολύ ισχυρούς συμβολισμούς, σημαντικούς για την εδραίωση της συλλογικής αυτοπεποίθησης», δήλωσε μεταξύ άλλων ο κ. Χαρίτσης, θέλοντας να τονίσει τη θετική συμβολή που θα έχει στην οικονομία η αύξηση του κατώτατου μισθού και η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων. 

Ειλικρινά, δεν ξέρω ποιους ισολογισμούς διάβασε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και θεωρεί ότι η κερδοφορία των επιχειρήσεων επιτρέπει αύξηση των κατώτατων μισθών, αλλά τα περισσότερα αποτελέσματα χρήσεως που εγώ διαβάζω δείχνουν είτε ζημιές είτε μικρά κέρδη, που σε καμία περίπτωση δυστυχώς δεν δικαιολογούν αυξήσεις στους μισθούς των εργαζόμενων. Από εκεί και πέρα δεν θέλω να πιστέψω ότι ο κ. Χαρίτσης είναι τόσο αφελής, ώστε να θεωρεί πως μπορούν να αυξήσουν τον κατώτατο μισθό οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις που δεν συντάσσουν ισολογισμό, γιατί αυτές προσπαθώντας να επιβιώσουν έχουν αφήσει απλήρωτους μέχρι και τους λογαριασμούς του ρεύματος.  

Τι θα συμβεί λοιπόν αν αυξηθούν με μια απόφαση... μέρα μεσημέρι οι κατώτατοι μισθοί; Απλώς θα αυξηθεί από τη μια η ανεργία (γιατί πολλές επιχειρήσεις δεν θα μπορέσουν να κρατήσουν όλους τους εργαζόμενους) και από την άλλη η “μαύρη εργασία” (γιατί ακόμα περισσότερες επιχειρήσεις θα απασχολούν εργαζόμενους με πλήρες ωράριο ενώ στα χαρτιά θα τους εμφανίζουν ως ημιαπασχολούμενους). 

Ολα αυτά τα γνωρίζουν τόσο οι εργαζόμενοι (και γι' αυτό είναι αποτυχημένες οι τελευταίες συγκεντρώσεις των εργατικών σωματείων) όσο και οι εργοδότες (που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι θα παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες συμπιέζοντας το κόστος μέσω της διαρκούς μείωσης των μισθών). 

Δυστυχώς για όλους μας -και όχι μόνο για τον κ. Χαρίτση και τους επιχειρηματίες που είχαν μάθει να τρέφονται από το κράτος, τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και τα δάνεια- η οικονομία δεν γίνεται ανταγωνιστική με μια απόφαση... μέρα μεσημέρι που θα αυξήσει τους κατώτατους μισθούς. Αν ίσχυε η αφελής αυτή άποψη, το μόνο που θα έπρεπε να κάνουν οι πολίτες θα ήταν να ψηφίσουν όποιον πρόσφερε τον υψηλότερο κατώτατο μισθό. Ομως στην πραγματική οικονομία, όχι μόνο οι μισθοί, αλλά όλα τα εισοδήματα αυξάνουν μόνο όταν αυξάνεται η παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών. 

Βεβαίως υπάρχει και το ενδεχόμενο να αυξάνουν οι μισθοί με δανεικά, αλλά όπως διαπίστωσαν ξανά το 2010 οι Ελληνες, η μέθοδος αυτή οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη χρεοκοπία.

Οπως αποδεικνύεται όμως, η σημερινή κυβέρνηση δεν διδάχτηκε τίποτα, ούτε από τη χρεοκοπία του 2010 ούτε από τις αγορές που δεν χόρεψαν στα νταούλια που έπαιζε ο κ. Τσίπρας το 2015. Γι' αυτό ονειρεύεται μετά το τέλος του μνημονίου να κάνει όσα υποσχέθηκε το 2014 στη Θεσσαλονίκη ο σημερινός πρωθυπουργός. Πού θα βρει όμως τα λεφτά; Απαντά ο κ. Χαρίτσης: «Θέλουμε διεύρυνση της φορολογικής βάσης, αναλογική και δίκαιη φορολόγηση για όλους, πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής μέσω φορολογικών παραδείσων, ώστε να μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε κρίσιμες παρεμβάσεις στο κοινωνικό πεδίο και να αμβλύνουμε τις ανισότητες». Ουσιαστικά επαναλαμβάνει όσα έχουμε ακούσει από όλους του προκατόχους του, και κυρίως από τον Γιώργο Παπανδρέου όταν υποστήριζε ότι «λεφτά υπάρχουν» (στην πάταξη της φοροδιαφυγής).

Ο  κ. Χαρίτσης, όπως και οι προκάτοχοί του αλλά και οι ξένοι τεχνοκράτες που δεν «διαβάζουν» με προσοχή την ελληνική πραγματικότητα, κάνουν ένα σημαντικό λάθος: Πιστεύουν, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, ότι η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή στην Ελλάδα γίνεται από το μεγάλο κεφάλαιο, ενώ στην πραγματικότητα γίνεται κυρίως από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες που μπορούν να κρύψουν το εισόδημά τους. Βέβαια ο αναπληρωτής υπουργός γνωρίζει πολύ καλά ότι η ελληνική οικονομία βασίζεται πάνω στις μικρές επιχειρήσεις, που καταφέρνουν επιβιώνουν μην πληρώνοντας φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Αν λοιπόν επιχειρήσει να τις φορολογήσει, θα κλείσουν, με συνέπεια να καταρρεύσει η ελληνική οικονομία. Αλλά κι αν κυνηγήσει τις μεγάλες επιχειρήσεις, δεν θα καταφέρει τίποτα περισσότερο από όσα κατόρθωσαν οι προκάτοχοί του, αφού οι ελληνικές μεγάλες επιχειρήσεις δεν φοροδιαφεύγουν περισσότερο από τις αντίστοιχες στο εξωτερικό.

Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τις κυβερνητικές ψευδαισθήσεις, όχι μόνο οι κατώτατοι μισθοί, αλλά όλα τα εισοδήματα μπορούν να αυξηθούν είτε με αύξηση της παραγωγής είτε με νέα... δανεικά. Κι επειδή είναι δύσκολο να πάρουμε νέα δάνεια χωρίς να γίνει η Ελλάδα χωροφύλακας των Βαλκανίων, καλό είναι, αντί για αναδιανομή του μικρού μας και συνεχώς συρρικνούμενου εισοδήματος, ν' αρχίσουμε να συζητάμε για την αύξηση της παραγωγής. Και όλοι γνωρίζουμε -ή θα έπρεπε να γνωρίζουμε- ότι αύξηση της παραγωγής δεν γίνεται χωρίς μεγάλες επενδύσεις, που θα συμπαρασύρουν στον αναπτυξιακό τους ρυθμό και τις μικρές επιχειρήσεις.

Οι Ελληνες λοιπόν έχουν να διαλέξουν: Αναδιανομή της φτώχειας ή αύξηση του πλούτου; 

Μην είστε σίγουροι για την επιλογή τους. Ο λαϊκισμός έχει πολλά ποδάρια.

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 08 Ιανουαρίου 2018 17:46